Η αποίκηση (περίπου 3000 προ Μπλονεάντ -0)
Στον κόσμο που είχε δημιουργήσει η Λέια, εμφανίστηκαν πολλές φυλές, που ζούσαν διάσπαρτα σε όλη την ήπειρο. Ο Μπεργκέλιους είχε γίνει κυρίαρχος των Ραχού στο Άνταρον και τυραννούσε τη χώρα.
Σύμφωνα με το θρύλο, ο Μπεργκέλιους δημιούργησε τον δράκο Καμέρια, ένα τέρας που έφτυνε φλόγες και προκαλούσε τρόμο. Μαζί με μια στρατιά δράκων με μαύρα φτερά κυκλοφορούσε στη χώρα και σκότωνε όποιον δεν κατάφερνε να βγει από το δρόμο του έγκαιρα. Έτσι καταστράφηκαν ολόκληροι οικισμοί. Έμειναν μόνο τα ερείπιά τους και θύμιζαν τα παλιά χωριά.
Χάνοντας την πατρίδα τους και απειλούμενοι από τις ορδές ληστών, πολλοί αναγκάστηκαν να φύγουν. Οι διωγμένοι διέσχιζαν τον ωκεανό μέσα σε απλές βάρκες ή ακόμη και κολυμπώντας και τελικά, μετά από ένα μακρύ και βασανιστικό ταξίδι, έφταναν στο Άνταρον. Αυτοί που δεν κατάφεραν να φτάσουν στην ακτή ζωντανοί, θάφτηκαν στο Ντράγκονροντ. Από τότε υπάρχει εκεί το Τέμενος των Nεκρών, ένα μνημείο που θυμίζει ξεχασμένες εποχές.
Με τα χρόνια σχηματίστηκαν στο Άνταρον τέσσερις μεγάλες φυλές: Οι νεράιδες, τα ξωτικά, τα γατοειδή και οι άνθρωποι. Οι επιζώντες της πρώτης φυλής, που δεν είχαν αφήσει τον Παρακέλιους να τους παρασύρει, ονομάζονταν φυλή Μου.
Τα ξωτικά του Άνταρον με τον καιρό μεταμορφώθηκαν σε άυλα όντα. Γνωστοί ως φυλή Μπον Τούνα, έμειναν πιστοί στις παραδόσεις τους ως σήμερα και σιχαίνονται τις αλλαγές κάθε είδους.
Οι νεράιδες έγιναν γνωστές ως φυλή Μιρχούρ. Είναι μικρές, αξιαγάπητες και ιδιαίτερα έξυπνες. Μην τις υποτιμήσεις, επειδή είναι ειδικές στην τέχνη της μαγείας.
Διακόσια χρόνια αργότερα τα γατοειδή από τη φυλή Νέβεντ συμμάχησαν με τη φυλή Μιρχούρ. Σήμερα ονομάζονται γατοειδείς και τις συνδέει ακόμη μια βαθιά φιλία με τις νεράιδες.
Η φυλή Παρχόλν αποτελούνταν από τους επιζώντες ανθρώπους. Σύντομα ένιωθαν άνετα στη νέα τους πατρίδα και σιγά σιγά αποίκησαν ολόκληρο το Άνταρον. Είναι φιλόδοξοι και πολύπλευροι, όμως η διάρκεια ζωής τους είναι μικρότερη από άλλες φυλές.
Οι διαφορετικοί τρόποι ζωής και οι παραδόσεις των φυλών οδήγησαν σε εντάσεις, που κατέληξαν σε πόλεμο. Ο πόλεμος δεν κράτησε πολύ, επειδή οι φυλές κατάλαβαν ότι θα μπορούσαν να επιζήσουν στο Άνταρον μόνο μαζί και ειρηνικά.
Οι Ραχού κατέστρωσαν μυστικά σχέδια για μια επιδρομή, σχημάτισαν έναν φοβερό στρατό και επιτέθηκαν στο Άνταρον. Με ενωμένες δυνάμεις, οι φυλές κατάφεραν να νικήσουν τους Ραχού και να τους αναγκάσουν να υποχωρήσουν.
Μέσα στο χάος των μαχών, το θρυλικό σπαθί Κραβεντίν έπεσε στα χέρια των στρατιωτών του Άνταρον. Αυτό το όπλο κάποτε είχε δημιουργηθεί από σκοτεινές δυνάμεις. Από φόβο για τις σκιές που έβγαιναν από αυτό, οι στρατιώτες το πήγαν αμέσως στον εντολοδότη τους. Εκείνος το έκρυψε σε ένα ασφαλές μέρος, αλλά η κακή αύρα του σπαθιού είχε ήδη δηλητηριάσει τις καρδιές των ανθρώπων και είχε δημιουργήσει διχόνοια ανάμεσα στις φυλές. Και πάλι η ειρήνη μετατράπηκε σε πόλεμο.
Οι οκτώ προστάτες θεοί πήγαν αμέσως στη θεά Λέια και της ανέφεραν τα συμβάντα. Με λύπη η θεά κατάλαβε τι είχε συμβεί με την κάποτε ειρηνική δημιουργία της. Έστειλε τους προστάτες θεούς στο Άνταρον, για να βγάλουν από τη μέση τον Παρακέλιους μια για πάντα. Πρώτα κατέστρεψαν το Κραβεντίν. Όταν η δύναμη του σπαθιού είχε εξαφανιστεί, μπόρεσαν να δώσουν τέλος στον πόλεμο των φυλών.
Οι Ραχού δεν το έβαλαν κάτω. Εντελώς απρόσμενα κατέστρεψαν ολόκληρες περιοχές. Μετά από σκληρές και πολύ βίαιες μάχες οι προστάτες θεοί μπήκαν και πάλι στη μέση και έστειλαν μια δεύτερη παλίρροια που κατέστρεψε σχεδόν κάθε μορφή ζωής. Επέζησαν μόνο λίγοι, που κυκλοφορούσαν στην ήπειρο ως νομάδες.
Πήρε αιώνες μέχρι να συνέλθει η χώρα. Το κακό όμως δεν είχε ακόμη εξαλειφθεί εντελώς από τον κόσμο, αλλά ακόνιζε τα νύχια του ξανά.